Παρασκευή 22 Απριλίου 2011

ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΠΑΝΤΟΥΛΑΣ (www.manifestomag.gr)

ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΠΑΝΤΟΥΛΑΣ (www.manifestomag.gr)

Η ελληνική ουτοπία

Στον Μιχάλη Χαραλαμπίδη

Η Ελλάδα είναι μια χώρα αγροτική. Μια χώρα, όμως, που επιμένει πεισματικά να αγνοεί ότι είναι αγροτική. Ο πλούτος της είναι οι επαρχίες της.

Μεταπολεμικά και κυρίως μεταπολιτευτικά, αυτός ο πλούτος όχι μόνο περιφρονήθηκε, αλλά και απαξιώθηκε από μιαν ανέντιμη πολιτικά κι ανεπαρκή διανοητικά ηγεσία. Αυτή η ηγεσία παρήγαγε συστηματικά γραφειοκρατίες, για να συντηρηθεί αλλά όχι πολιτική. Αυτή η ηγεσία ξερίζωσε από τις ελληνικές επαρχίες τους νέους, για να τους κάνει χαρτογιακάδες και σερβιτόρους. Οι καλύτεροι, μάλλον, έφυγαν για τα ξένα, αρνούμενοι να μαγαρίσουν το ψωμί τους, φιλώντας –κατά τα κομματικά ειωθότα- κατουρημένες τους ποδιές.

Όσοι ξεμείναμε εδώ, καταδικαστήκαμε να κουτουλάμε στα ντουβάρια, με τα οποία τσιμεντώσαμε την Πατρίδα και χτίσαμε την αυθαίρετο μητρυίδα. Αυτός είναι ο πολιτισμός μας, το μπετόν αρμέ. Διότι έτσι διακονήθηκε ο «εκσυγχρονισμός» στην χώρα μας. Από αεριτζήδες κι εργολάβους. Με μεσάζοντες και μίζες. Αισθητικό πρότυπό μας έγινε αντιπαροχή κι οικονομικό μας πρότυπο η λοβιτούρα.

Συνδέθηκε η ανάπτυξη με την κατανάλωση. Με τις εξατμίσεις και τα κλιματιστικά. Κλινέξ, λαστέξ, στωματέξ, ελλαδέξ...!

Η ύπαιθρος χώρα έγινε μια έρημη χώρα. Μια χώρα, που στην πραγματικότητα ποτέ δεν ενσωματώθηκε στο κράτος – πρωτεύουσα. Αλλά όσους έμειναν εκτός της αθηναϊκής χωματερής τους εκμαυλίσαμε, εθίζοντάς τους στην επιδότηση της αεργίας τους με τα ψιχία των «πακέτων» μας. Τους κάναμε συνενόχους και συμμετόχους στις αποκεντρωμένες αστικές κομπίνες μας. Σε αρκετές περιπτώσεις μάλιστα το δομημένο περιβάλλον της περιφέρειας συναγωνίζεται με αξιώσεις τις χειρότερες συνοικίες της πρωτεύουσας.

Για χρόνια επενδύαμε –τρόπος του λέγειν επενδύαμε- στον τουρισμό. Στην ουσία όμως απαξιώναμε κι εδώ το ίδιο το προϊόν κάνοντας αρπαχτές. Γι’ αυτό κι έχουμε μια χώρα με ασύγκριτα τουριστικά πλεονεκτήματα, χωρίς τουρισμό πόλης και με εποχικούς επισκέπτες. Μια χώρα που η φιλοδοξία της σταμάτησε στα «ρουμς του λετ», δυο μήνες τον χρόνο. Τους υπόλοιπους δέκα, πίναμε φραπέδες περιμένοντας την επόμενη σεζόν αλλά δεν υπολογίσαμε ότι για τα τουριστικά θελήματα θα μας προέκυπταν –όπως και μας προέκυψαν- οικονομικότεροι μπακαλόγατοι.

Το τελειωτικό χτύπημα σε αυτό το μοντέλο υπανάπτυξης, το έδωσε ο ίδιος ο «εκσυγχρονισμός». Γίναμε εν μια νυκτί τζογαδόροι στο Χρηματιστήριο. Δεν χρειαζόταν πλέον να δουλεύουμε καθόλου. Ο «Ντάουν Τζόουνς» να ’ναι καλά. Μόνο που εμείς τον συναντήσαμε στα τελευταία του και μαζί μ’ αυτόν ψόφησε κι η γελάδα που μας μοσχοανάθρεψε. Είχαμε ξεμάθει την δουλειά και, πριν το ρίξουμε στην επαιτεία, το ρίξαμε στα δάνεια. Δάνειο για το σπίτι, για το αυτοκίνητο, για την επισκευή του εξοχικού, για τις γιορτές, για τις διακοπές. Ζωή σε δόσεις αλλά με χαμηλό επιτόκιο.

Αλλά επειδή κανείς δεν μακροημερεύει με δανεικά και φιλοδωρήματα, χρειάζεται να επιστρέψουμε ακριβώς εκεί απ’ όπου ξεκινήσαμε. Στην [υποθηκευμένη] γη μας, δηλαδή, η οποία παρά την εγκατάλειψη και την κακοποίηση, παραμένει, υπό προϋποθέσεις, πλούσια όχι μόνο ιστορικά αλλά και παραγωγικά.

Ο ιστορικός πλούτος της ελληνικής επαρχίας είναι πλούτος φορτισμένος με πυκνά νοήματα, αρχαία και σύγχρονα. Όσα μάλιστα γλίτωσαν από την προσοχή μας, παρουσιάζουν ακόμη αρχιτεκτονικό και πολεοδομικό ενδιαφέρον.

Ο παραγωγικός πλούτος των ελληνικών περιφερειών είναι –όχι βεβαίως στην έκταση που ήταν- πλούτος διατροφικός και βιοτεχνικός. Κρασί, λάδι, μέλι, τυριά, αλλαντικά, σιτάρι, σύκα σταφίδες, υφαντά, αργυροχρυσοχοΐα, κεραμική. Πρόκειται για έναν λησμονημένο αλλά υπαρκτό πλούτο, τον οποίο δεν είμαι καθόλου βέβαιος ότι μπορούμε ακόμη και σήμερα να τον εκτιμήσουμε.

Ένας πολιτισμός όμως δεν αξιολογείται ούτε από τους περιοδεύοντας θιάσους, ούτε από τα κρατικοδίαιτα Μέγαρα Μουσικής των Νομικών Προσώπων Ιδιωτικού Δικαίου. Ένας πολιτισμός αξιολογείται από την ίδια την καθημερινότητά του. Από την διατροφή του. Από τον καθ’ ημέραν πολιτισμό του. Από το τι τρώει και πώς το τρώει. Κι η καθημερινότητά μας είναι μετεξεταστέα εδώ και χρόνια, διότι είναι μια καθημερινότητα χωρίς στοιχεία ποιότητας. Μια όρθια καθημερινότητα. Μια «φαστ φουντ» καθημερινότητα. Από το πολυεθνικό ράφι στον θερμοθάλαμο. Ή στην χλιδάτη κιτσαρία για την άρχουσα κηφηναρία!

Τα καταστήματα εστίασης από την Θράκη ως την Κρήτη αυτή την ένδεια περιγράφουν. Κατεψυγμένες πατάτες και φτηνά κρέατα. Μπορεί να βουλιάζουμε στην [εισαγόμενη] κρέμα γάλακτος, αλλά αγνοούμε το βούτυρο Κερκύρας. Οι πολυεθνικές των τροφίμων ξέρουν πολύ καλά ότι τα λεφτά είναι πολλά και μας το θυμίζουν με καταιγισμό διαφημιστικών μηνυμάτων. Κι όπου δεν μπορούν να μπουν από την πόρτα, μπαίνουν από το παράθυρο. Αγοράζουν ή δημιουργούν μια εμπορεύσιμη «τοπικότητα» για να συνεχίσουν την λεηλασία του τόπου και των ανθρώπων.

Κι όμως, στον τόπο μας, πριν γίνουμε δορυφόροι ενός ξενόφερτου υποδείγματος, είχαμε μια άλλη καθημερινότητα: στρώναμε τραπεζομάντιλο για να φάμε και το ψωμί ήταν ψωμί και η ελιά ήταν ελιά. Δεν ξέραμε τι είναι το «τοστ», αλλά ξέραμε πολλές πίτες. Σήμερα, παρά την τεραστίων διαστάσεων έγνοια μας για τις θερμίδες, είμαστε οι παχύσαρκοι της Μεσογείου.

Δεν νοσταλγώ τις εποχές της ανέχειας αλλά της κατακτημένης ποιότητας. Αυτή την ποιότητα, που δεν πετούσε στα σκουπίδια το φαγητό της, δεν μπορέσαμε να την εκτιμήσουμε τότε αλλά μάλλον θα την τιμήσουμε εξ ανάγκης τώρα.

Αυξάνονται -λένε- οι νέοι που επιστρέφουν στα χωριά τους ή στα χωριά των γονιών τους, αυξάνοντας με την παρουσία τους τις πιθανότητες να ζήσουν μια ζωή σε ανθρώπινες συνθήκες, όχι για να δημιουργήσουν μια νέα τουριστική ατραξιόν, αλλά για να επανεύρουν την ταυτότητά μας και να περισώσουν ό,τι μπορούν από την γηγενή ποιότητα που αρνηθήκαμε χάριν της επείσακτης ποσότητας που μας καταπλάκωσε.

Βεβαίως, δεν είναι η επανακατοίκηση της υπαίθρου προϋπόθεση ανάπτυξης. Προϋπόθεση ανάπτυξης όμως κι επανακατοίκησης είναι να ξανααγαπήσουμε τον τόπο μας και να επανασχεδιάσουμε την γεωοικονομία μας. Και αυτός ο επανασχεδιασμός θα φέρει αποκατάσταση του ερημωμένου ή βεβηλωμένου αγροτικού χώρου. Κι αυτός ο επανασχεδιασμός θα φέρει προκοπή, δημιουργώντας μάστορες κι όχι «ευέλικτους» εργαζόμενους. Αυτός ο επανασχεδιασμός θα μας απελευθερώσει από την εξάρτηση και θα μας συνδέσει με την χαμένη μας περηφάνια. Την περηφάνια του να ζει κανείς εργαζόμενος κι όχι επαιτώντας, του να ζει κανείς ως δημιουργός κι όχι ως καταναλωτής.

Ούτε μπορούμε ούτε θέλουμε τα φτηνιάρικα μαζικής παραγωγής προϊόντα. Θέλουμε την αναζωογόνηση των παραδοσιακών παραγωγικών συστημάτων και τρόπων. Αυτή είναι η κληρονομιά μας. Προϊόντα υψηλής ποιότητας και συμβολικής υπεραξίας, προϊόντα που δεν συγκρίνονται με τα πολυεθνικά σκουπίδια.

Οι νέες τεχνικές και τεχνολογίες, εάν χρησιμοποιηθούν σωστά, μπορούν να γίνουν αρωγοί σε αυτό το εγχείρημα, αφού δεν θα πνίγουν, αλλά θα προστατεύουν την πολυμορφία και την δυναμική της τοπικότητας, αναδεικνύοντας τα μοναδικά χαρακτηριστικά της.

Ο νέος αγρότης, σε αυτή την περίπτωση, θα είναι ο πρωταγωνιστής, όχι ο περιθωριοποιημένος οικονομικά και υποβαθμισμένος κοινωνικά εργάτης.

Δεν χρειάζονται ειδικές γνώσεις, για να προβλεφθεί ότι μια νέα αγροτικότητα θα λειτουργήσει πολλαπλασιαστικά σε όλα τα επίπεδα, δημιουργώντας πρόσθετες αξίες στον χώρο.

Τίτλος του κειμένου είναι: «Ελληνική ουτοπία» και είναι ένας τίτλος που κυριολεκτεί, διότι η νέα αγροτικότητα, για την οποία ομιλεί και γράφει εδώ και χρόνια ο Μιχάλης Χαραλαμπίδης (Αγροφιλία), είναι μια ουτοπία, ένα αίτημα χωρίς τόπο, μια αγροτικότητα χωρίς αγρό, μια ασώματος κεφαλή. Η νέα αγροτικότητα είναι ασώματος γιατί το σώμα της, τής το στέρησε ένας συμπλεγματικός επαρχιωτισμός που προτιμούσε να παρασιτεί παρά να ζει.

Αυτό όμως που δεν έκαμε η Πολιτεία, οφείλει να το κατορθώσει –εάν βεβαίως υπάρχει- η ίδια η φιλοπατρία των πολιτών.

εφ. ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ, φ.844, (14/4/2011)

Τρίτη 12 Απριλίου 2011

ΟΡΘΟΣ ΛΟΓΟΣ ΑΝΤΙ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΣΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΣΤΕ ΕΝΑ ΚΑΡΝΑΓΙΟ ΣΚΕΨΗΣ

ΟΡΘΟΣ ΛΟΓΟΣ ΑΝΤΙ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑΣΗ

ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΣΤΕ ΕΝΑ ΚΑΡΝΑΓΙΟ ΣΚΕΨΗΣ

Του Μιχάλη Χαραλαμπίδη*

Σε συνθήκες μετάβασης από την παρακμή στην Αναγέννηση όπως αυτή που διανύουμε, κατάρρευσης του παλιού και ανάδειξης του νέου οι πολίτες δημιουργούν εργαστήρια σκέψης, Ακαδημίες τις έλεγαν κάποτε. Η γνώμη μου είναι την κίνηση σας να την μετασχηματίσετε σε ένα Καρνάγιο σκέψης. Στην Κέρκυρα δημιούργησαν μια ορχήστρα σκέψης. Αυτή είναι η παράδοση τους. Το νέο που έρχεται πρέπει να αναδειχθεί σε συνθήκες ελευθερίας, λόγου, ορθού λόγου, Αγοράς, δημοκρατίας αυτοκαθορισμών. Η χώρα χρειάζεται τις αυθεντικές, φυσικές εκφράσεις και αντιπροσωπεύσεις χωρίς χειραγωγήσεις, επιβολές ατόμων από εξωελλαδικούς, εξωθεσμικούς και αδιαφανείς μηχανισμούς. Αυτό πληρώνει σήμερα. Δεν επιτρέπεται να το πληρώσει αύριο.

Χωρίς μνήμη του μεταπολιτευτικού κύκλου, χωρίς μια πολιτική ερμηνεία με όρους ορθού λόγου δεν μπορεί να υπάρξει ορίζοντας, σχέδιο για το μέλλον. Αυτό λέει η ιστορία και η πολιτική επιστήμη. Αυτό είναι ένα από τα θέματα ενός Καρνάγιου σκέψης που θέλει να είναι δημιουργικό, ωφέλιμο. Κανένα καθεστωτικό κόμμα μη κόμμα δεν ανοίγει αυτή την συζήτηση γιατί αυτό είναι το πεδίο της κατάργησης και της αποκάλυψης τους.

Όπως είναι συντηρητική και αθωωτική των δομών, των αντιλήψεων, των μηχανισμών και των ενοχών «μια φυγή προς τα εμπρός» χωρίς μνήμη, χωρίς αλήθεια δηλαδή. Το έγκλημα του μνημονίου δεν είναι στιγμιαίο είναι διαρκείας, έχει τις δομικές αιτίες του στην ανεπάρκεια και την ανευθυνότητα όλου του μεταπολιτευτικού πολιτικού προσωπικού, «των ελίτ».

Η αποσιωποίηση, η αθώωση των γενεσιουργών αιτιών και των ενόχων, αυτό που προτείνει ουσιαστικά πίσω από μια φλύαρη παραμυθιακού τύπου ρητορική είναι η συνέχεια και επανάληψη του μαρτυρίου του Σίσυφου με την πέτρα του χρέους. Ο Σίσυφος στην περίπτωση μας είναι ο Ελληνικός λαός και η Ελλάδα.

Η φυγή προς τα εμπρός χωρίς μνήμη, χωρίς πολιτική δηλαδή «ότι έγινε έγινε» αποσιωπά ότι η σημαντικότερη γενεσιουργός αιτία του χρέους είναι η συνάντηση της κακιστοκρατίας με την κλεπτοκρατία. Έτσι αντί η κλεπτοκρατία, η κάστα να υποχρεωθεί να επιστρέψει τα κλεμμένα – το μιζοχρέος – το χρέος καλούνται να πληρώσουν οι αμέτοχοι σε αυτό, οι Ελληνικοί τόποι, οι προσδοκίες τους Έθνους μας.

Αυτό που είναι στην ημερήσια διάταξη της Ελληνικής Πολιτικής Αγοράς είναι η δημιουργία ενός κινήματος Αντιδιαφθοράς και όχι η αθώωση, η ατιμωρησία των ενόχων, των μιζοκομμάτων με ρητορείες φονταμεταλιστικού αποπροσανατολιστικού και παραμυθιακού τύπου. Αυτό βρίσκεται σε αντίθεση με την ταυτότητα μας που οικοδομείται επάνω στον ορθό λόγο. Ταιριάζει στους Ασιάτες, στους ολοκληρωτισμούς όχι στους Έλληνες και τις Δημοκρατίες.

Ένα κίνημα αντιδιαφθοράς μπορεί να υπερασπίσει μια ανοχύρωτη χώρα, μια μπλοκαρισμένη δημοκρατία από την ληστρική επίθεση του πλέον βάρβαρου εκφυλισμένου και καταστροφικού κεφαλαίου του χρηματιστικού.

Η Κλεπτοκρατία δεν μπορεί να υπερασπισθεί τα Εθνικά συμφέροντα. Η κλεπτοκρατία είναι η κερκόπορτα, ο μηχανισμός άλωσης της χώρας. Την πλέον κρίσιμη στιγμή η χώρα βρέθηκε με μια επιβεβλημένη, διορισμένη στους θεσμούς κακιστοκρατία. Διορίσθηκαν δεν εκλέχθηκαν.

Είναι γνωστό ότι επιμένω στο ζήτημα της ανάπτυξης μιας αυτόχθονης, πολιτικής και αναπτυξιακής παιδείας. Η χώρα οδηγήθηκε σε μια ιστορικού τύπου ήττα γιατί απουσίαζε αυτή η θεμελίωσης παράμετρος. Η διανοητική και πολιτική παραγωγή των καθεστωτικών κομμάτων μη κομμάτων ήταν και παραμένει ανύπαρκτη.

Κυριάρχησε η ψεύτικη συνείδηση, η βλακεία, η πνευματική οκνηρία, η διανοητική κλοπή, η σύγχυση. Δεν έχουν να επιδείξουν έναν τομέα δημιουργίας διανοητικής και πρακτικής.

Ακόμη όμως και στις προβαλλόμενες, παρουσιαζόμενες, αυτοπροβαλλόμενες εναλλακτικές κινήσεις, ομάδες δεν διακρίνει κανείς επεξεργασμένες ιδέες, ιδέες οδηγούς, σχέδιο, πρόταση. Πολύ περισσότερο δεν διακρίνει την συνειδητοποίηση της αναγκαιότητας παραγωγής μιας νέας πολιτικής και αναπτυξιακής παιδείας.

Όταν η πολιτική δεν είναι έκφραση μιας παιδείας, μιας νέας διήγησης τότε καταλήγει σε αυτοαναφορά, σε μηχανισμούς αλλοτρίωσης της Δημοκρατίας, σε πολιτικαντισμό, στην πολιτική ως εμπαιγμό, ως απάτη. Γράφω στο τελευταίο μου βιβλίο για αυτό.

Με τον προηγούμενο, υπαρκτό θεωρητικό εξοπλισμό όχι μόνον των καθεστωτικών αλλά και των εναλλακτικών λεγόμενων ομάδων το ιστορικό προϊόν που μπορεί να παραχθεί και προκύψει είναι μια νέα ιστορική ήττα. Αυτές οι δυνάμεις θα κάνουν τα ίδια πράγματα που έγιναν στην μεταπολίτευση και μας οδήγησαν εδώ. Τότε στο τέλος του νέου κύκλου θα ζήσουμε πάλι την πολιτική ως τεθλιμμένο, υποκριτικό, παρακμιακό επίλογο.

Η πολιτική όμως ως παιδεία, ως ανώτερη τέχνη είναι πρόβλεψη, πρόλογος και όχι ανήθικος επίλογος. Σας προειδοποίησα πολλές φορές όχι μόνο σε επίπεδο λόγων αλλά κυρίως πράξης. Αυτό λέει η μεταπολιτευτική ιστορία. Σας προειδοποιώ και τώρα.

Η δημιουργία ενός Καρνάγιου σκέψης στην Ανάβυσσο πρέπει να ταυτίζεται με αυτό το ιστορικό αίτημα της επιστροφής της πολιτικής ως παιδεία, ως πρόταση, ως δημόσια ευθύνη και ηθική. Οτιδήποτε άλλο είναι άχρηστο και αλλοτριωτικό αντί να είναι ωφέλιμο και απελευθερωτικό.

Οι λαοί που θέλουν να έχουν μέλλον πρέπει να διδάσκονται από τα λάθη τους.

*Από την ομιλία του στην Ανάβυσσο

Ιστολόγιο Μιχάλη Χαραλαμπίδη polis-agora.blogspot.com